Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

ΕΡΓΑΣΙΑ: Η ΥΠΕΡΤΑΤΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΠΟΧΗΣ


Κείμενο βασισμένο σε εργασίες  του  Massimo Fini  και του Αναστασίου  Γιαννά




Μπορείτε να κατανοήσετε πόσο σημαντική αξία θεωρείται η εργασία στην σύγχρονη εποχή, εάν σκεφτείτε ότι υπάρχουν ευρωπαϊκές χώρες,  όπως η Ιταλία, που το Σύνταγμα τους αρχίζει με μία φράση γεμάτη επισημότητα: ''Η Ιταλία είναι μία δημοκρατία βασισμένη στην εργασία''. Όμως δεν ήταν πάντα έτσι. Στην προ- βιομηχανική εποχή η εργασία ήταν εάν όχι ακριβώς μία απαξία, τουλάχιστον ένας δυσάρεστος ιδρώτας στο μέτωπο.Σε άλλους πολιτισμούς  η εργασία δεν υπήρξε ποτέ μία αξία και σε μερικούς, εκείνους που γλύτωσαν από την επίθεση της οικονομίας μας, δεν το έγινε ποτέ. Στην Ευρώπη η εργασία ανάγεται σε αξία μόνον με την βιομηχανική επανάσταση. Τόσο για τους φιλελεύθερους όσο και για τους μαρξιστές. Για τον Μαρξ  είναι η ''ουσία της αξίας'' (δεν είναι τυχαίο ότι ο Stakhanov υπήρξε ένας ήρωας της Σοβιετικής Ένωσης), για τους φιλελεύθερους είναι εκείνος ο παράγοντας που, συνδυαζόμενος με το κεφάλαιο, δίνει την φημισμένη ''υπεραξία''

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΝΟΣ ΠΡΩΗΝ ΤΡΟΤΣΚΙΣΤΗ: ΓΙΑΤΙ ΘΕΛΑΜΕ ΠΑΝΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ.


Πηγή: Identità.com.
Μετάφραση & σχολιασμός: Ελευθέριος Αναστασιάδης.
 
 
Ο Peter Hitchens
Ο Peter Hitchens  πρώην οπαδός της ριζοσπαστικής αριστεράς, μέλος των  Τροτσκιστικών σοσιαλιστών από το 1969 έως το 1975, σήμερα γνωστός δημοσιογράφος, έχοντας μετανιώσει για το παρελθόν του, γράφει στην Mail on Sunday την ομολογία του και ταυτόχρονα καταγγέλλει: "Πως εγώ είμαι εν μέρει υπεύθυνος για την μαζική μετανάστευση."

 Όταν ήμουν ένας μαρξιστής επαναστάτης, είμασταν όλοι υπέρ της όσο δυνατόν μεγαλύτερης μετανάστευσης. Όχι γιατί μας άρεσαν οι μετανάστες, αλλά γιατί δεν μας άρεσε πως ήταν η Βρετανική κοινωνία. Είδαμε τους μετανάστες -από οποιοδήποτε μέρος- ως συμμάχους ενάντια στην συντηρητική  κοινωνία που ήταν ακόμη η χώρα μας στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Θέλαμε να τους χρησιμοποιήσουμε σαν λοστό. Επίσης, μας άρεσε να αισθανόμαστε ''ανώτεροι'' από τους κοινούς ανθρώπους - συνήθως των πιο φτωχών ζωνών της Μ. Βρετανίας- που είδαν τις συνοικίες τους να μεταμορφώνονται ξαφνικά σε δήθεν ''σφύζουσες κοινότητες''. Εάν είχαν το κουράγιο να εκφράσουν τις πιο ήπιες αντιρρήσεις, αμέσως τους κατηγορούσαμε για ''ρατσισμό''. Ήταν εύκολο.
 

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΔΙΦΟΡΟΥΜΕΝΗ ΟΨΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Άρθρο του Luca Leonello Rimbotti.
Μετάφραση –σχόλια  Ιωάννης Αυξεντίου. 

Η Συντηρητική Επανάσταση-φαινόμενο ουσιαστικά Γερμανικό, αν και όχι μόνον-ήταν μία δεξαμενή ιδεών, ένα εργαστήριο, στο οποίο δημιουργήθηκε ένα κράμα από όλα εκείνα τα ιδανικά που από τη μια πλευρά απέρριπταν τον διαφωτιστικό προοδευτισμό της δύσης, ενώ από την άλλη  υποστήριζαν τον δυναμισμό μιας επανάστασης  με μεγάλο στυλ: όχι με την έννοια της προόδου-εξέλιξης αλλά με την έννοια της επιστροφής, επιστροφή στην εθνική παράδοση, στην  τάξη των φυσικών αξιών, στον ηρωισμό, στην  κοινωνία των ανθρώπων, στην ιδέα ότι η ζωή είναι τραγική αλλά και υπέροχος αγώνας.

Μεταξύ του 1918 και του 1932, αυτά τα ιδανικά απέκτησαν δεκάδες υποστηρικτών υψηλού πνευματικού αναστήματος, κατά μήκος ενός πολύ πλατιού φάσματος ιδεολογικών παραλλαγών: από την μικρή μειοψηφία όσων έβλεπαν στον μπολσεβικισμό την ανατολή μιας νέας κοινοτικής αντίληψης, έως τη μεγάλη πλειοψηφία εκείνων που αντίθετα αγωνίζονταν για την ακραία εδραίωση του ευρωπαϊκού πεπρωμένου στην εποχή της μαζικής τεχνολογίας, διατηρώντας άθικτες, ή μάλλον επαναπροτείνοντας με επαναστατικό τρόπο τις παραδοσιακές αξίες που ήταν συνδεδεμένες με τις ρίζες του λαού: ταυτότητα, ιστορία, φυλή, γη-πατρίδα, πολιτισμός. Μεταξύ αυτών των τελευταίων, οι πιο σημαντικοί ήταν προσωπικότητες του μεγέθους του Carl Schmitt,  Jünger, Moeller van den Bruck, Heidegger, Spengler, Thomas Mann, Sombart, Benn, Scheler, Klages, και πολλών  άλλων. Σε αυτά τα χαοτικά Σόδομα που ήταν η δημοκρατία της Βαϊμάρης- όπου η κρίση του Ράιχ είχε αναγνωστεί ως η κρίση ολόκληρης της φιλελεύθερης Δύσης-όλοι αυτοί οι διανοούμενοι είχαν έναν κοινό παρονομαστή: να συμμετάσχουν στον αγώνα για να αντισταθούν  στην κατάρρευση του Ευρωπαϊκού πολιτισμού, αποκαθιστώντας την παραδοσιακή τάξη πάνω σε σύγχρονες βάσεις, διαμέσου της επανάστασης.

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΝΗΣ: OI ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ

Το παρακάτω άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στο β΄ τεύχος του περιοδικού "Νέα Πολιτική"


Γράφει ο Δημήτρης Μιχαλόπουλος
 

Αντίθετα με ό,τι ακόμη και τώρα παραμένει πιστευτό, το κομβικό σημείο της συνθήκης της Λωζάννης δεν ήταν ούτε η ρύθμιση του ζητήματος των  ελληνοτουρκικών συνόρων ούτε, βέβαια, η ανταλλαγή των πληθυσμών. Ο διακανονισμός και των δύο αυτών ζητημάτων, πράγματι, ανάγεται σε χρονική περίοδο πολύ πρωτύτερη όχι μόνο από τη σύρραξη των ετών 1919-1922 στην οποία δραματικώς αποδύθηκε η χώρα μας αλλά ακόμα και από τα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του 20ού αιώνα. Η ανταλλαγή των πληθυσμών, συγκεκριμένα, είχε προαποφασιστεί ήδη κατά τις αρχές του Α΄ Παγκόσμιου πόλεμου. Αυτό ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος το είχε κατηγορηματικώς ανακοινώσει στον φίλο του Take Ionescu,  Ρουμάνο πολιτικό και ομοϊδεάτη του: Παρακαλώ ν’ανακοινώσετε τω κ. Ιωνέσκω, τηλεγράφησε ο πρώτος στην ελληνική πρεσβεία στο Βουκουρέστι περί τα τέλη του 1914, …ότι συμφωνώ μετ’αυτού ότι επικράτησις των Γερμανικών δυνάμεων θα ήτο ολεθρία δια την ελευθερίαν γενικώς της Ευρώπης και δια την ανεξαρτησίαν ειδικώς των μικρών κρατών. Νομίζω δια τούτο ότι πάντες έχομεν καθήκον  να συντελέσωμεν εις την επικράτησιν της Τριπλής Συνεννοήσεως [= Entente], και η Ελλάς είναι ετοίμη να συμπράξη μετά των δυνάμεων τούτων εάν και η Βουλγαρία επείθετο να βαδίση μεθ’ημών ή τουλάχιστον εξησφαλίζετο εντελώς η ουδετερότης αυτής. Δεν αντιτιθέμεθα δια τούτο κατά ενδεχομένης αυξήσεως της Βουλγαρίας είτε εν Θράκη εις βάρος της Τουρκίας είτε εν Μακεδονία δια παραχωρήσεων εκ μέρους της Σερβίας εις ας αύτη ήθελε στέρξει μετά την μεγέθυνσίν της προς άλλην κατεύθυνσιν. Ούτε κατά παραχωρήσεων εκ μέρους της Ρουμανίας εις ας αύτη φαίνεται τελευταίον διατεθειμένη αντιτασσόμεθα… Εν πάση περιπτώσει [όμως] η Ελλάς ουδέν δύναται να παραχωρήση εκ του εδάφους της εις την Βουλγαρίαν. Η Ελλάς, εάν επρόκειτο να παραχωρήση, θα έπρεπε είτε να παραχωρήση ελληνικωτάτους πληθυσμούς… είτε να εκθέση την ασφάλειαν των συνόρων της προς την Θεσσαλονίκην. Ουδέτερον τούτων δύναται να πράξη λαμβανομένου μάλιστα υπ΄όψιν ότι αξία λόγου αύξησις αυτής προς άλλας διευθύνσεις δεν είναι δυνατή ένεκα της διασποράς των εν Τουρκία ζώντων Ελλήνων. Ο εθνικός όγκος των εν τω κόσμω Βουλγάρων είναι μικρότερος των 5.000.000 ψυχών. Ο Ελληνικός εθνικός όγκος είναι μεγαλύτερος κατά 70%. Δια τον μείζονα τούτον εθνικόν όγκον, όστις μοιραίως είναι προωρισμένος να συγκεντρωθή εντός των ορίων του ελευθέρου Βασιλείου, αξιούμεν έδαφος το οποίον [να] μη είναι μικρότερον του Βουλγαρικού. Δύναταί τις να μας θεωρήση απαιτητικούς δια τούτο;[1]   

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΦΙΛΟΙ ΟΛΟΥ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΕΝΩΘΕΙΤΕ !

Αυτό  το άρθρο του ιταλού  συγγραφέα  Claudio Mutti  αναφέρεται σε πολιτικά γεγονότα που συνέβησαν στην Ιταλία, αλλά όπως θα διαπιστώσετε, έχουν γενικότερο ενδιαφέρον.

Μετάφραση : Ιωάννης Αυξεντίου


Ο Furio Colombo στα γραφεία της Unita
Μερικές φορές  σκεφτόμουν ότι στον άμοιρο Giuseppe Bottazzi (κωμική φιγούρα του ιταλικού κινηματογράφου, ένας κομμουνιστής δήμαρχος) τον επονομαζόμενο Peppone, θα πρέπει να τρίζουν τα κόκαλα του στο τάφο, εάν με κάποιο τρόπο μπορούσε να μάθει, ότι εκείνη που υπήρξε η πιο δοξασμένη εφημερίδα του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ,“L’Unità”,  αυτή τη στιγμή (περίοδος 2001-2005) διευθύνεται  από τον Furio Colombo, που στις Ηνωμένες Πολιτείες οι συμπατριώτες του τον αποκαλούν “Mister FIAT”…(υπήρξε αντιπρόσωπος της Fiat και είναι ιουδαϊκής καταγωγής). Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει τίποτα το σκανδαλώδες σε αυτό το  άθλιο τέλος της εφημερίδας που ιδρύθηκε από τον Antonio Gramsci. Habent sua fata libelli (τα βιβλία έχουν την μοίρα τους). Το ίδιο και οι εφημερίδες.

 Σε μία σημείωση της έκδοσης του 1950 του βιβλίου του Antonio Gramsci, Αμερικανισμός και Φορντισμός (εννοεί τον βιομήχανο Henry Ford) αναφέρεται ότι ο γερουσιαστής   Giovanni Agnelli (ιδιοκτήτης της Fiat) είχε κάνει ''προτάσεις'' προς την ομάδα του Gramsci και του Togliatti, στο όνομα μιας υποτιθέμενης  "σύμπτωσης συμφερόντων μεταξύ των εργατών της μεγάλης βιομηχανίας και των καπιταλιστών της ίδιας βιομηχανίας." Στο βιβλίο ο ίδιος ο Gramsci μιλά με συνοπτικό και ασαφή τρόπο, για μία «χρηματοδότηση του Agnelli» και για «απόπειρες του Agnelli να απορροφήσει την αριστερή ομάδα  «Ordine Nuovo» («Νέα τάξη», να μην συγχέεται με την ομώνυμη άκρο-δεξιά οργάνωση). Δεν υπάρχει τίποτα να εκπλαγείτε: είναι ο Antonio Gramsci που υποστήριξε διαμέσου της κομμουνιστικής οργάνωσης «Ordine Nuovo» που ιδρύθηκε από αυτόν και τον Togliatti το 1919, μία «μορφή αμερικανισμού αποδεκτή από τις εργατικές μάζες». Για τον Gramsci, πράγματι, υπάρχει ένας κύριος εχθρός,  ο οποίος είναι, αναφέρουμε  επί λέξει, «η παράδοση», «ο ευρωπαϊκός πολιτισμός (…), η παλαιά και αναχρονιστική ευρωπαϊκή κοινωνική δημογραφική δομή». Πρέπει λοιπόν να ευχαριστήσουμε, λέει, «την παλαιά πλουτοκρατική τάξη, γιατί προσπάθησε να  εισαγάγει μία σύγχρονη μορφή παραγωγής και  τρόπου εργασίας, η οποία προσφέρεται από τον πιο τελειοποιημένο αμερικανικό τύπο, την βιομηχανία του Henry Ford. Και η πλουτοκρατική τάξη, στο πρόσωπο του γερουσιαστή Agnelli, εντόπισε αμέσως τους  συντρόφους της…