Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

Ο ΜΗΔΕΝΙΣΤΗΣ


Άρθρο του Francesco Lamendola                                                           
Μετάφραση: Ιωάννης Αυξεντίου


Ζούμε βυθισμένοι σε μία κουλτούρα θανάτου, που είναι η κουλτούρα του μηδενισμού: δεν υπάρχει αλήθεια, τίποτα δεν έχει νόημα, όλα έρχονται από την τύχη και επιστρέφουν στην αγκαλιά του τίποτα. 

Για να φθάσουμε σε αυτή την τρομακτική φιλοσοφία, που είναι ήδη  σοβαρή για το κάθε ξεχωριστό άτομο, ενώ είναι απόλυτα καταστροφική για όλη την κοινωνία, δεν αρκεί ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα: είναι μία σταδιακή διαδικασία, που προχωρά λίγο-λίγο, αργά, ήσυχα, σχεδόν γλυκά, σε μία ατμόσφαιρα ήρεμης απελπισίας, κορεσμένης από θάνατο, αλλά, ταυτόχρονα, φαινομενικά  ομαλής,  νηφάλιας καθημερινότητας.  

Ο μηδενιστής απεχθάνεται τις εντυπωσιακές χειρονομίες και τις  μελοδραματικές φράσεις: φέρνει στην καρδιά του μία παγωμένη  απόγνωση, και απολαμβάνει να βλέπει το κακό του να κολλά στους άλλους, έτσι ώστε ο ίδιος να μπορεί να παρηγορηθεί με την ιδέα ότι ο κόσμος θα χαθεί μαζί του. 

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2019

Η ΑΣΧΗΜΗ ΤΕΧΝΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΑΝΗΘΙΚΗ

Άρθρο του Francesco Lamendola
Μετάφραση & σημειώσεις: Θεόδωρος Λάσκαρης


Πίνακας του Picasso
Ό, τι και να λένε κάποιοι σύγχρονοι διανοούμενοι με τους ομιχλώδεις στοχασμούς τους σχετικά με το τέλος της ωραίας τέχνης, η άσχημη τέχνη είναι μία αντίφαση, διότι η τέχνη είναι η έκφραση του συναισθήματος του ωραίου, το οποίο είναι έμφυτο και αποτελεί ένα από τα λίγα σίγουρα και βέβαια σημεία αναφοράς καθ’ όλη την επικίνδυνη πορεία της ανθρώπινης ζωής. Γι’ αυτό η άσχημη τέχνη είναι μία λογική αντίφαση: εάν είναι άσχημη, δεν είναι τέχνη. Ωστόσο, εάν υποθέσουμε ότι είναι δυνατόν να δεχτούμε μία ασχήμια ως τέχνη, αυτό ισοδυναμεί με μία ενέργεια που δεν είναι μόνον αντιαισθητική αλλά ακόμη και ανήθικη. Πράγματι, ο εορτασμός του άσχημου, του παραμορφωμένου, του παθολογικού, του αποτρόπαιου, του αηδιαστικού, όπως κάνουν πολλοί αυτοαποκαλούμενοι καλλιτέχνες, ποιητές, ζωγράφοι, μουσικοί, σημαίνει ότι πηγαίνουν σκόπιμα εναντίον ενός από τους λίγους φάρους που λάμπουν μέσα στο σκοτάδι της νύχτας της ύπαρξης, δηλαδή την αισθητική αίσθηση του ανθρώπου και πιο συγκεκριμένα την ανάγκη του για το ωραίο. Η εσκεμμένη δημιουργία άσχημων και αποκρουστικών έργων, που όμως παρουσιάζονται -ιδιαίτερα από τους κριτικούς- ως καλλιτεχνικά, ωστόσο, πηγαίνει ενάντια στην ηθική και εμφανίζεται σαν κάτι το διαβολικό, με την κυριολεκτική έννοια του όρου: κάτι που σκοπεύει να αναδεύσει το λασπώδη και αποτρόπαιο πυθμένα που ευτυχώς βρίσκεται απομονωμένος και κοιμισμένος στα πιο σκοτεινά και αβυσσαλέα σπήλαια της ανθρώπινης ψυχής.