Γράφει ο Αναστάσιος
Γιαννάς
Ίσως να φανεί ασυνήθιστο σε μπλογκ
που ασχολείται με την πολιτική να γίνεται δημοσίευση άρθρου όπως αυτό εδώ.
Όμως, ουσιαστικά, νομίζω ότι αυτός πρέπει να είναι και ο απώτερος σκοπός της
πολικής: Να δημιουργεί τις
προϋποθέσεις για την μετουσίωση των κοσμικών διαδικασιών σε πνευματική ανάβαση.
Σε
αυτό το άρθρο, δεν θα εκφραστούμε ιδιαίτερα με το γραπτό λόγο, αλλά περισσότερο
με τις Μορφές. Σε προηγούμενα γραπτά μας,
επισημάναμε την σημερινή πολιτισμική παρακμή, λέγοντας ότι, πολιτισμός δεν
είναι τα καλλιτεχνικά θεάματα και οι «διανοουμενίστικες» συζητήσεις αλλά η
πραγματική πνευματική υπόσταση του κάθε πολίτη. Αυτή η πνευματική υπόσταση αντανακλάται
στα πρόσωπα των ανθρώπων: είναι η εσωτερική ακτινοβολία που φωτίζει και πλάθει
την ανθρώπινη μορφή.
Από
τον 4ο αιώνα πΧ, ένα μεγάλος αριθμός Ελλήνων είχε μεταναστεύσει στην Αίγυπτο,
μεταφέροντας εκεί τις καλλιτεχνικές, φιλοσοφικές και θρησκευτικές τους
παραδόσεις. Η συγχώνευση αυτών των παραδόσεων με τις αντίστοιχες αιγυπτιακές
έγινε πιο έντονη κατά την διάρκεια της κυριαρχίας των Ρωμαίων. Στην όαση του
Φαγιούμ, κατά την εποχή της βασιλείας του Πτολεμαίου Φιλάδελφου, δημιουργήθηκε
μία μεγάλη Ελληνική κοινότητα με ιδιαίτερες
πνευματικές ευαισθησίες. Όπως
αναφέραμε, η θρησκευτική μυστηριακή ζωή που ακολουθούσαν είχε προκύψει από τη σύντηξη
των δικών τους δοξασιών με αυτές των Αιγυπτίων. Έτσι, κατά την διάρκεια των
τριών πρώτων αιώνων μετά Χριστόν, άρχισαν να ζωγραφίζουν τα πορτραίτα των
νεκρών που έπρεπε να τοποθετηθούν πάνω στα ταριχευμένα σώματα. Τα πορτραίτα αυτά
αποτελούν μία συγκλονιστική μαρτυρία, για τις πνευματικές διαδρομές εκείνων των
Ελλήνων.
Όταν αντικρίζουμε τις προσωπογραφίες του
Φαγιούμ η ψυχή μαγεύεται. Σιγά-σιγά, κατορθώνει να σχηματίσει δύο ερωτήσεις και
να τις απευθύνει σε αυτά τα πρόσωπα: Ποιοι είστε; Από που έρχεστε;
Ωσάν ψίθυρος, ωσάν θρόισμα φύλλων, ακούγεται η
απάντηση: ΥΠΗΡΞΑΜΕ. Δεν χρειάζεται να τα ρωτήσεις πως υπήρξαν. Το βλέπεις: Υπήρξαν
με λεπτότητα, διακριτικά· αγάπησαν τον κόσμο, τον έρωτα, τον ουρανό·
αναζήτησαν τον έσχατο σκοπό και ναι, υπήρξαν
Αριστοκρατικά. Στην ατμόσφαιρα υπήρχε προσμονή οντολογικής αναστάσεως: «
Οι ώριμοι και βασανισμένοι τούτοι ζωγράφοι δεν λένε ψέματα ούτε εμπαίζουν
τον άνθρωπο...Παραδέχονται την τραγικότητα της πραγματικότητας. Δεν αρνούνται
την ύπαρξη του θανάτου. Και δεν θέλουν ούτε να την παρακάμψουν με επίπλαστα
τεχνάσματα ούτε να προβάλλουν τον νατουραλισμό της φρίκης και της αποσύνθεσης.
Αντιπαραβάλλουν στο γεγονός του θανάτου την αιωνιότητα της δίψας του ανθρώπου
για ζωή χωρίς τέλος. Δεν προβάλλουν το φθαρτό και φευγαλέο, αλλά μνημειώνουν το
αιώνιο και άδυτο. Παρασυρόμενοι από το όραμά τους τραβούν γραμμές, ρίχνουν
χρώματα με ένα σκοπό: Να επιτύχουν το ζητούμενο, να φθάσουν τον στόχο
τους να παραστήσουν και να φανερώσουν το αόρατο μυστικό, που αποτελεί την ψυχή
του ανθρώπου. Έτσι αναδύεται από τα πορτραίτα αυτά η ευγένεια του προσώπου που
πονά· η συγκρατημένη θλίψη και η αριστοκρατία της ελπίδος, το κάλλος της ψυχής
που δεν σβήνει. Δημιουργείται αίσθηση παρουσίας. Φθάνει η ανθρώπινη τέχνη σε
έσχατες κορυφώσεις κατακτήσεως. Σου κάνουν συντροφιά και σου μιλούν εν σιγή οι απόντες. Σε ξυπνούν στη
ζωή οι απ' αιώνος κεκοιμημένοι. Οι άνθρωποι των πορτραίτων του Φαγιούμ, ενώ δεν
περιφρονούν την πρόσκαιρη ζωή, προτιμούν και οραματίζονται την αιωνιότητα.
Είναι φροντισμένοι στην εμφάνιση, στολισμένοι, καλοχτενισμένοι και συχνά
στεφανωμένοι· έτοιμοι για μια ιερή εορτή, που τελικά σκοπό έχει την
επιτυχία της αιώνιας ζωής.
Υπάρχει
μία αίσθηση στον Έλληνα, που μετατρέπεται σε μοίρα και αποστολή. Αυτό δεν είναι
κάτι που τοποθετεί τους Έλληνες παραπάνω
ή παρακάτω. Είναι απλώς το χρέος που τους δόθηκε. Γεννήθηκαν με αυτή την
υποχρέωση. Είναι καταδικασμένοι να είναι δούλοι μιας οικουμενικής αποστολής,
που διακονεί την σωτηρία του ανθρώπου που έχει απαιτήσεις. Υπάρχουν κάποια
πράγματα που δεν χάνονται. Όσο και αν ταφούν στον χρόνο ή στο χώμα, φανερώνεται
πως ζουν. Κυκλοφορούν μεταξύ μας. Κυκλοφορούν στο αίμα μας. Ένας βαθύς,
υποδόριος πόνος διατρέχει όλο το σώμα ελληνισμού. Αυτός κάνει τα πορτραίτα.»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.
Ευφροσύνης Δοξιάδη, Τα Πορτρέτα του
Φαγιούμ , Εκδ. Αδάμ, 1997.
2.Αρχιμανδρίτη
Βασίλειου Γοντικάκη, Τι συμβολίζουν τα
πορτρέτα του Φαγιούμ, εφ. Το Βήμα,
7 Ιουνίου 1998.
Αρχικώς ο Θεόδοτος μας προβλημάτισε και εν συνεχεία μας κατετόπισε!
ΑπάντησηΔιαγραφή