Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Εστία, Σάββατο, 18 Αυγούστου.
Γράφει ο Δημήτρης Μιχαλόπουλος
Δ.Μιχαλόπουλος |
... Ὅπως ἀκριβῶς ὁ Nicolae Iorga εἶχε πεῖ: «Τό
Βυζάντιο μετά τό Βυζάντιο». (Byzance après Byzance.) Τό κλειδί γιά τήν
κατανόηση καί τῶν δύο -φαινομενικῶς- παραδόξων;
Οἱ Φαναριῶτες! Τἰ ἄλλο;
Νά
μή τούς ξέρετε ἀποκλείεται. Ὅλη ἡ Ἑλλάδα τούς γνωρίζει. Τά συναισθήματα
μάλιστα ἐπί τῷ ἀκούσματι τοῦ ὅρου εἶναι διαχρονικῶς κοινά: Ὅλοι
δυσπιστοῦσαν καί δυσπιστοῦν ἀπέναντί τους καί ὅλοι ἔσπευδαν καί σπεύδουν νά ἀποσιωπήσουν τήν δυσπιστία τους ἀφ’ἑνός
καί, ἀφ’ἑτέρου, νά ἐξάρουν τή συμβολή τους στήν πολιτική καί πολιτιστική
ἐξέλιξη τῶν Βαλκανίων γενικῶς καί τῆς Ἑλλάδας ἰδιαιτέρως. Ὁπότε τό ἐρώτημα πού
ἀμειλίκτως ἀναδύεται εἶναι τό ἑξῆς: Μά
τί τελικῶς ὑπῆρξαν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι;
Λοιπόν,
λόγος ἀνησυχίας πιά δέν ὑφίσταται· ἡ ἀπάντηση ὑπάρχει: Ἐμπεριέχεται στή
θαυμάσια ἀγγλική μετάφραση καί ἔκδοση τοῦ -γραμμένου κατά τό 1785- θεατρικοῦ
ἔργου τοῦ Γεωργίου Ν. Σούτσου Ἀλεξανδρόβοδας
ὁ ἀσυνείδητος, ἀπό τήν κα. Ἄννα Σταυρακοπούλου.
Ἡ μεταφράστρια-ἐκδότρια τοῦ ἐν λόγῳ ἔργου εἶναι καθηγήτρια τοῦ
τμήματος Θεάτρου τῆς Σχολῆς Καλῶν Τεχνῶν τοῦ
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καί ὑποδιευθύντρια τοῦ Ἱδρύματος Ὠνάση στίς
Η.Π.Α. Τὸ ἔργο της κυκλοφορήθηκε ἀπό τόν ἐκδοτικό Οἶκο Isis, στήν Κωνσταντινούπολη.
(Georgios N. Soutsos, Alexandrovodas the Unscrupulous [1785], 2012, 123 σελ. [μέ
γλωσσάρι, εὑρετήριο καί βιβλιογραφία].)
Ὁ χωρίς συνείδηση Ἀλεξανδρόβοδας δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν
Ἀλέξανδρο Μαυροκορδᾶτο τόν Φιραρή (1754-1819). Τό βόδας πού «ἐπικολλᾶται» στό ὄνομα εἶναι δηλωτικό ἀξιώματος: Ἐμφαίνει
τόν «ἡγεμόνα» (prince)
μιᾶς τῶν Παραδουνάβιων Χωρῶν, Βλαχίας καί Μολδαβίας· καί αὐτό ὑπῆρξε ἀξίωμα πού ἔπαιρναν, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ ΙΗ΄
αἰώνα καί ἕως τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, οἱ Φαναριῶτες. Ἡ διευκρίνηση αὐτή εἶναι
ἀναγκαία, διότι καί παλιότερα ἀλλά ἰδίως σήμερα, ὁπότε ἡ περιοχή τοῦ Ἁγίου
Παντελεήμονα Ἀχαρνῶν ἔχει περιβληθῆ ἐπικαιρότητα δραματική, ὑπάρχουν ἄτομα τά
ὁποῖα, ἀκούγοντας ὅτι τό «ἁρμόδιο» Ἀστυνομικό Τμῆμα εἶναι στήν ὁδό Μιχαήλ Βόδα,
διερωτῶνται: «Μά τί... [στήν εὐχή] πά’ νά ‘πῆ Μιχαήλ Βόδα; Ἀπ’ τό Ἀφγανιστάν
μᾶς ἦρθε κι αὐτός;»
Το εξώφυλλο του βιβλ |
Πράγματι, ὁ Ἀλέξανδρος
Μαυροκορδᾶτος, ὅταν οἱ περιστάσεις ‘ὡρίμασαν’, ἄφησε ἡγεμονίες καί ὅλα τά
σχετικά καί κατέφυγε στή Ρωσία (συναποκομίζοντας, ἐξυπακούεται, μεγάλα
χρηματικά ποσά), προκειμένου νά σώση τό κεφάλι του. Καί τοῦτο, διότι ἡ Ὑψηλή
Πύλη ἀπαρεκκλίτως τηροῦσε, ὅσον ἀφορᾶ τήν ἐν γένει πολιτική της, ἀρχή, ἡ
σφαλερότης τῆς ὁποίας ἐπ’οὐδενί πρέπει
νά θεωρηθῆ δεδομένη: Ὁ προδότης, τόσο ὁ ἐν
δυνάμει ὅσο καί ὁ τοῖς πράγμασιν,
ἀποκεφαλιζόταν καί δή μέ διαδικασίες συνοπτικές. Ἡ ἴδια ποινή ἄλλωστε
ἐπιφυλασσόταν (κατά κανόνα) καί σέ ὅποιους ὄχι μόνο ἐφάρμοζαν ἀλλά ἁπλῶς
συνιστοῦσαν πολιτική πού τελικῶς ἀποδεικνυόταν λανθασμένη. Ἔτσι μπόρεσε νά ἐπιβιώση
ἐπί πεντέμισυ αἰῶνες ἡ Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία – καί ἐδῶ ἀναμφιβόλως ἔγκειται ἡ
γενεσιουργός αἰτία τῆς ρήσης μέ τήν ὁποία γαλουχήθηκαν, ἀπό τίς μητέρες τους,
γενεές καί γενεές Φαναριωτῶν: Νά δῶ τόν
γυιό μου Βλάχμπεη [=ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας] κι ὁ Τοῦρκος ἄς τόν κόψη.
Καί ταῦτα μέν οὕτως ἐχέτω. Τό θέμα μας ὅμως τώρα εἶναι τί ἀκριβῶς ἤτανε αὐτοί, οἱ Φαναριῶτες. Ὡς πρός αὐτό, ἡ ἀπάντηση ἔχει δοθῆ πρό πολλοῦ ἀπό τόν Ἰάκωβο Ρίζο-Νερουλό, Φαναριώτη διαπρεπῆ καί ἔγκριτο, ἐνῶ σπερματικῶς περιέχεται καί στό ἔργο τῆς κας Ἄννας Σταυρακοπούλου: Οἱ Φαναριῶτες ἦταν Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι βαλκανικῆς καταγωγῆς, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ μάθαιναν καλά τά ἑλληνικά, συσπειρώνονταν ὅσον ἀφορᾶ τή διαμονή τους στό Φανάρι τῆς Κωνσταντινούπολης, ὅπου ἕως τίς ἡμέρες μας ἔχει τήν ἕδρα του ὁ Πατριάρχης. Ἀπό ἐκεῖ, μέ κύριο προσόν τή γλωσσομάθειά τους καί τή συνακόλουθη πνευματική τους καλλιέργεια, ἐκτινάσσονταν σέ ἀξιώματα τῆς Πύλης, ἡ κατάληψη τῶν ὁποίων ἀπαιτοῦσε γνώσεις πού δέν ἔστεργαν/μποροῦσαν νά ἔχουν οἱ μουσουλμανικοῦ θρησκεύματος Ὀθωμανοί. Εὐχερῶς ἐννοεῖ κανείς λοιπόν ὅτι ἡ ἐξουσία πού, ὑπό τήν σκιά τοῦ Παδισάχ, συγκέντρωναν καί ἀσκοῦσαν ἦταν μεγάλη ἕως τεράστια. Ἀλλά βέβαια, γιά νά γίνη ὀρθή ἀποτίμηση τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ἀπό αὐτούς ἄσκησης ἐξουσίας, πρέπει πρῶτα νά διαπιστωθῆ τό ἰδεολογικό τους στίγμα.
Καί ταῦτα μέν οὕτως ἐχέτω. Τό θέμα μας ὅμως τώρα εἶναι τί ἀκριβῶς ἤτανε αὐτοί, οἱ Φαναριῶτες. Ὡς πρός αὐτό, ἡ ἀπάντηση ἔχει δοθῆ πρό πολλοῦ ἀπό τόν Ἰάκωβο Ρίζο-Νερουλό, Φαναριώτη διαπρεπῆ καί ἔγκριτο, ἐνῶ σπερματικῶς περιέχεται καί στό ἔργο τῆς κας Ἄννας Σταυρακοπούλου: Οἱ Φαναριῶτες ἦταν Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι βαλκανικῆς καταγωγῆς, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ μάθαιναν καλά τά ἑλληνικά, συσπειρώνονταν ὅσον ἀφορᾶ τή διαμονή τους στό Φανάρι τῆς Κωνσταντινούπολης, ὅπου ἕως τίς ἡμέρες μας ἔχει τήν ἕδρα του ὁ Πατριάρχης. Ἀπό ἐκεῖ, μέ κύριο προσόν τή γλωσσομάθειά τους καί τή συνακόλουθη πνευματική τους καλλιέργεια, ἐκτινάσσονταν σέ ἀξιώματα τῆς Πύλης, ἡ κατάληψη τῶν ὁποίων ἀπαιτοῦσε γνώσεις πού δέν ἔστεργαν/μποροῦσαν νά ἔχουν οἱ μουσουλμανικοῦ θρησκεύματος Ὀθωμανοί. Εὐχερῶς ἐννοεῖ κανείς λοιπόν ὅτι ἡ ἐξουσία πού, ὑπό τήν σκιά τοῦ Παδισάχ, συγκέντρωναν καί ἀσκοῦσαν ἦταν μεγάλη ἕως τεράστια. Ἀλλά βέβαια, γιά νά γίνη ὀρθή ἀποτίμηση τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ἀπό αὐτούς ἄσκησης ἐξουσίας, πρέπει πρῶτα νά διαπιστωθῆ τό ἰδεολογικό τους στίγμα.
Αὐτό ὡς ἐν ἀναγλύφῳ φαίνεται στόν Ἀλεξανδρόβοδα
τόν ἀσυνείδητο: Ἦταν θρησκευτικῶς ἄθεοι, φιλοσοφικῶς ὑλιστές καί, κατά
συνέπεια, ἀνενδοιάστως ἔρρεπαν, ὅσον ἀφορᾶ τήν ἰδεολογία τους, πρός τόν Γαλλικό
Διαφωτισμό καί τά πολιτικά παράγωγά του. (Καί ὡς πρός τεκμήριο ἄς ἀνατρέξουν οἱ
δύσπιστοι στίς σελ. 76 καί 112 τοῦ ἔργου τῆς κας Σταυρακοπούλου.)
Αὐτό μπορεῖ νά θεωρηθῆ ὄχι ἁπλῶς παράδοξο ἀλλά
ἀπίστευτο ἐφ΄ὅσον τό ἐφαλτήριό τους ἤτανε ἡ Ἑλληνοορθόδοξη Ἐκκλησία. Καί ὅμως
ἀκριβῶς ἔτσι εἶχαν τά πράγματα. Καί ἔτσι προέκυψε τό ἀκόμη μεγαλύτερο παράδοξο:
Τά πρῶτα –σέ εὐρωπαϊκή κλίμακα- ἀνώτατα
ἐκπαιδευτικά ἱδρύματα ὅπου καθιερώθηκε ὡς ἐπίσημη, κρατική ἰδεολογία ὁ Ὑλισμός
ὑπῆρξαν τά ἑλληνόγλωσσα τῶν Ρουμανικῶν Χωρῶν τά ὁποῖα εἴτε ἱδρύθηκαν ἤ
ἐνισχύθηκαν ἀπό τούς Φαναριῶτες ἡγεμόνες καί στά ὁποῖα ἡ διδασκαλία γινόταν στά
ἑλληνικά.
Απόστολος Αρσάκης |
Αὐτό ἦταν τό «Βυζάντιο μετά τό
Βυζάντιο» πού κατέληξε σέ μορφή «Ἐπανάστασης ἀπό τά πάνω», ἀρκετά χρόνια πρίν
ἀπό τή Γαλλική Ἐπανάσταση. «Ἡ ζωή εἶναι περίπλοκη» (la vie est compliquée)
ἐμφαντικῶς καί πειστικῶς διατείνεται ὁ
μεγαλύτερος ἐν ζωῇ Ρουμάνος
ἱστορικός...
... Καί ἡ Ἱστορία ἀκόμη
περισσότερο, προσθέτουμε ἐμεῖς.
...Είναι όμως και το γένος των κολάκων... τους ονομαζομένους Φαναριώτας. Όλοι φυσικά οι Έλληνες εμολύνθημεν από την τυραννίαν των Μουσουλμάνων αλλά ο μολυσμός των Φαναριωτών έγινε τόσον βαθύτερος, τόσον πλέον δυσέκπλυτος, όσον ήσαν πλησιέστεροι εις τον τύραννον, όσον συχνότερα κατεφίλουν και τα κράσπεδα και τα υποδήματα των δούλων αυτού, ψωμοζητούντες δωρεάς...πολλά ολίγοι εξ αυτών ιατρεύθησαν από την λύσσαν της φιλοπρωτίας και της φιλοκερδείας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαθημένοι να παχύνωνται αργοί από τα αίματα της Μολδοβλαχίας, και στερημένοι τώρ' απροσδοκήτως την άκοπον ταύτην τροφήν και τρυφήν, ετοιμάζονται, ως λιμοκτονημέναι μυίαι, να πετάξωσι πρός την ταλαίπωρον Ελλάδα, με ελπίδα να την φλεβοτομώσι...
Εάν, κατά δυστυχίαν, απατηθείς, περικυκλωθή (Καποδίστριας) απ' αυτούς, μήν ελπίση πλέον να φυλάξη την οποίαν έμπνευσε πίστιν εις τούς Έλληνας...
Ιησουίται και Φαναριώται, όπου προχωρήσουν, άλλον σκοπόν δεν έχουν παρά να δεσπόζωσι και να τρέφωνται αργοί...
Φιλόπρωτοι και φιλοκερδείς, ως οι Ιησουίται δεν έχουν όμως την πανουργίαν των Ιησουιτών. Οι Ιησουίται δεν ανακαλύπτουν εύκολα τους σκοπούς των, πλην όπου και όταν στερεωθώσιν ακλόνητα.
Οι Φαναριώται εξεναντίας είναι τόσον απλοί, και απόνηροι, ώστε στολίζονται ακόμη φανερά με τα τουρκοδώρητα επίθετα.
Πρός ότινα γράφουν, υπογράφονται με τους παλαιούς των τίτλους, όθεν περάσωσι ταξιδεύοντες, φροντίζουν να γνωστοποιηθή η διάβασίς των, διά των εφημερίδων...
Η υποψία εκατήντησεν εις τόσον ώστ' εκινήθη λόγος εις την Βουλήν, ν' αποκλείσωσι διά ψηφίσματος όλους τους νυν ζώντας Φαναριώτας. Σωτήριον ψήφισμα και πολύ πολιτικώτερον του Οστρακισμού...
Απο τον Α' Καποδιστριακόν διάλογον του Κοραή, έκδοσις απάντων Βαλέτα.